π. Αντώνιος Μπεζαΐτης, εφημέριος Ιερού Ναού Αγίου Στυλιανού Γκύζη
Διεύθυνση: Παπαστράτου 12, Αθήνα 114 76, Ελλάδα
Τηλέφωνα: (+30) 210 6464274, 6977387010
Ηλεκτρονικό Ταχυδρομείο: info@pantonios.gr
Χαρμόσυνα κρούουν οἱ καμπάνες σέ ὃλες τίς Ἐκκλησίες τῶν Πατρῶν.
Στόν Ναό τοῦ Ἁγίου Ἀνδρέου ὁ Μητροπολίτης καί ὃλοι οἱ Ἱερεῖς ἒκαμαν Δοξολογία.
Γιά πρώτη φορά ἐψάλη τό Ἀπολυτίκιο τοῦ Ἁγίου Γερβασίου καί προσκυνήθηκε ἡ ἱερά Εἰκόνα του.
Ὃλοι ἒψαλαν τό πολυχρόνιον τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου.
Τό ἀπόγευμα στίς 5 ἡ ὣρα ὁ Μητροπολίτης Πατρῶν κ.κ. Χρυσόστομος προσκαλεῖ ἃπαντας, Κλῆρο καί Λαό στίς Κατασκηνώσεις τῆς Ἁγίας Παρασκευῆς Συχαινῶν, γιά τόν πρῶτο Ἑσπερινό γιά τόν Ἃγιο Γερβάσιο καί τήν προσκύνηση τῶν ἱερῶν του Λειψάνων.
Η Επίσημη Ανακοίνωση της Μητροπόλεως
Ἡμέρα ἑόρτιος καί εὐφροσύνης ἀνάπλεως ξημέρωσε γιά τήν πόλη τῶν Πατρῶν. Εἲδηση χαρμόσυνος καί ἂγγελμα πανευφρόσυνο ἒφθασε ἀπό τήν Βασιλίδα τῶν πόλεων καί ὡς φεγγοβόλος ἀστραπή τόν οὐρανό διέσχισε καί τά ὦτα τῶν Πατρέων κατηύφρανε ἡ φωνή τοῦ Πατριάρχου τοῦ Γένους, τοῦ κλεινοῦ Βαρθολομαίου, ὃτι ὁ ἡγιασμένος πνευματικός πατήρ καί διδάσκαλος τῶν Πατρῶν, ὁ σημειοφόρος Γερβάσιος, κατετάγη ἐπισήμως, εἰς τάς δέλτους τῶν Ἁγίων τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας.
Καρδίες ἐσκίρτησαν, μάτια ἐδάκρυσαν, κώδωνες χαρμοσύνως ἢχησαν, μέ τό ἂκουσμα τοῦ πανευφροσύνου μηνύματος.
Δοξολογίες οὐρανομήκεις ἀνεπέμφθησαν, ἂνθρωποι μετά ἀγγέλων πνευματικῶς πανηγυρίζουν.
Ὁ Πρωτόκλητος, στόν ἃγιο χορό τῶν Πατρέων Ἁγίων, τόν Γερβάσιον ὑποδέχεται.
Οἱ τῆς γενετείρας τοῦ Γερβασίου, Ἀρκαδίας παῖδες, ὡς ἒλαφοι, ἐν χαρᾷ, σκιρτῶσι.
Ὁ τῶν Πατρέων Ἀρχιερεύς μετά τοῦ εὐαγοῦς Ἱεροῦ Κλήρου καί τοῦ φιλαγίου καί φιλοθέου Λαοῦ εὐχαρίστοις ἂσμασι καί ἱεραῖς ὑμνωδίαις τόν Θεόν δοξολογοῦν, ς τόν τῆς Ὀρθοδοξίας καί τοῦ Γένους Πρῶτον, τόν Παναγιώτατον καί Οἰκουμενικόν Πατριάρχην Βαρθολομαῖον εὐγνωμόνως εὐχαριστοῦν καί τήν Ἁγίαν Αὐτοῦ δεξιάν πανευλαβῶς κατασπάζονται, τοῦ Κυρίου δεόμενοι ὑπέρ μακροημερεύσεως Αὐτοῦ, πρός δόξαν Θεοῦ καί τήν τῆς Οἰκουμενικῆς Ὀρθοδοξίας, εὒκλειαν καί τήν περί Αὐτόν Ἁγίαν καί Ἱεράν Σύνοδον ἀπό βάθους καρδίας εὐχαριστοῦν.
Μικρός ἒζησε τήν ὀρφάνια ἀπό μητέρα καί τήν καταφρόνια ἀπό τούς ἀνθρώπους. Παρηγοριά του ἡ Παναγία, στό Μοναστήρι τῆς Κερνίτσας κοντά στό χωριό του. «Θεέ μου», εἶπε κάποια φορά ὁ μικρός Γιωργάκης, (ἒτσι ἦτο τό βαπτιστικό του ὂνομα), βλέποντας τούς Ἁγίους στίς τοιχογραφίες τῆς Μονῆς, «Θεέ μου κάνε νά κολλήσω καί ἐγώ στόν τοῖχο».
Πέρασαν χρόνια ἀπό τότε καί ὁ Θεός ἂκουσε τήν προσευχή του καί παράκλησή του καί ἐξεπλήρωσε τό αἲτημά του.
Ὁ μικρός Γεώργιος Παρασκευόπουλος, ἒφτασε μετά ἀπό πολλές περιπέτειες, κακουχίες, δάκρυα καί κόπους στήν Πάτρα καί κτύπησε τήν πόρτα τοῦ ἀοιδίμου Μητροπολίτου Πατρῶν Ἱεροθέου Μητροπούλου τοῦ Ἀρκάδος, ὁ ὁποῖος ἒγινε πλέον ὁ προστάτης του. Στήν κηδεία τοῦ Ἱεροθέου, τήν ὁποία ἐτέλεσε στήν Πάτρα ὁ Ἃγιος Νεκτάριος, ὁ Γεώργιος γνωρίζεται μέ τόν Ἃγιο Νεκτάριο, σπουδάζει ὡς διάκονος στήν Ριζάρειο, προστατευόμενος ὑπό τοῦ Ἁγίου Νεκταρίου, τελειώνει τήν Θεολογική Σχολή καί ἀναδεικνύεται ὁ σοφός καί ἱεροφάντωρ Ἱερεύς, ὁ ὁποῖος ἒλαμψε, ὡς Ἱερεύς τοῦ Στρατοῦ στούς Βαλκανικούς πολέμους, ὡς Ἱεροκήρυξ τῶν Πατρῶν, ὡς Πρωτοσύγκελλος τοῦ ἀοιδίμου Ἀρχιεπισκόπου Χρυσάνθου, ὡς προστάτης τῶν ὀρφανῶν καί χηρῶν, ὡς τροφεύς τῶν πενήτων, ὡς πατήρ καί παράκλητος τῶν κατατρεγμένων προσφύγων, ὡς ἱδρυτής τῶν Κατηχητικῶν Σχολείων, Κατασκηνώσεων, Σχολῶν δημιουργικῆς ἀπασχολήσεως, ἂγρυπνος διδάσκαλος τῶν νέων, ἀκούραστος πνευματικός καί σημειοφόρος μέ τήν χάρη τοῦ Θεοῦ, ἐν ὃσῳ, ἀκόμη ζοῦσε.
Ἐκοιμήθη ἀνήμερα τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων τό 1964. Χιλιάδες, ἀπορφανισμένου Λαοῦ τόν ἒκλαυσε καί τόν προέπεμψε στήν αἰωνιότητα, βοῶντες τό «Ἃγιος». Ἀναπαύεται στόν ἀγαπημένο του χῶρο, στήν Ἁγία Παρασκευή στίς Κατασκηνώσεις τῶν Συχαινῶν, πού ἐκεῖνος ἳδρυσε.
Τό 2014, ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Πατρῶν κ.κ. Χρυσόστομος μέ τήν συμπλήρωση 50 ἐτῶν ἀπό τήν κοίμησή του ἒκαμε τήν ἀνακομιδή τῶν Λειψάνων του, παρουσίᾳ καί ἂλλων Μητροπολιτῶν καί χιλιάδων Πατρέων, οἱ ὁποῖοι ἒψαλαν ὒμνους ἀναστασίμους καί ἐν ἀγαλλιάσει ψυχῆς καί καρδίας ἐκραύγαζαν τό: «Ἃγιος, Ἂγιος» ραίνοντες μέ ἂνθη καί δάκρυα τά ἃγια Λείψανά του.
Ἃπας ὁ εὐαγής καί ἱερός Κλῆρος τῆς Ἀποστολικῆς Μητροπόλεως Πατρῶν καί ὁ εὐσεβής, φιλόθεος καί φιλάγιος Λαός, τόν Γερβάσιον τιμῶντες, ἀγαλλομένῃ καρδίᾳ, τόν μακαρίζουν ψάλλοντες:
«Χαίροις Ἀρκαδίας θεῖος βλαστός καί τῆς Ἐκκλησίας ἱερώτατος θησαυρός, χαίροις τῶν Πατρέων διδάσκαλος ὁ θεῖος, Γερβάσιε θεόφρον, σκέπε τά τέκνα σου».
Τόν Θεόν δέ καθικετεύοντες χεῖρας ἱκέτιδας ὑψώνουν, ὑπέρ τοῦ πρώτου τῆς Ὀρθοδοξίας καί τοῦ Γένους δεόμενοι:
«Κύριε, ταῖς τοῦ Ἁγίου Γερβασίου πρεσβείαις, ἐν ὑγιείᾳ ἀμφιστεφεῖ τόν Οἰκουμενικόν ἡμῶν Πατριάρχην Βαρθολομαῖον εἰς ἒτη μακρά διατήρησον καί πάντας ἡμᾶς ἐλέησον καί σῶσον».
Δόξα τῷ Θεῷ πάντων ἒνεκεν!
Ἐκ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως
Όλοι, υποθέτω, έχουμε μια προσωπική πείρα – άλλος λιγότερο, άλλος περισσότερο – ότι, όταν μέσα στην ψυχή μας υπάρχει η χάρη του Θεού, το φως του Θεού, όταν υπάρχει μια καλή κατάσταση, τότε τα βλέπουμε και τα εκτιμούμε αλλιώς τα πράγματα, τα ζυγίζουμε και τα καταλαβαίνουμε αλλιώς.
Και μάλιστα, αυτές τις ώρες απορεί κανείς με τον εαυτό του, πώς άλλες ώρες αισθάνεται ότι είναι σε ένα σκοτάδι, σε μια αναισθησία, και σαν να μην καταλαβαίνει τα του Θεού, όπως τα καταλαβαίνει τις ώρες αυτές, που έχει ένα κάποιο φως μέσα του.
Όσο ανάξιοι κι αν είμαστε, ο Θεός, ακριβώς για να μας φιλοτιμήσει, για να μας παρακινήσει να ξεπεράσουμε – αλλά να το κάνουμε με τη θέλησή μας, με το φιλότιμό μας, ενσυνείδητα – αυτή τη συνηθισμένη κατάσταση, που είμαστε μεν χριστιανοί και κάνουμε κάποια πράγματα, αλλά δεν είναι ευαισθητοποιημένη η ψυχή μας, δεν είναι μέσα στην ψυχή μας αυτό το φως, αυτή η χάρη, ο Θεός πού και πού βρίσκει έναν τρόπο και αφήνει να έρθει μια ακτίνα χάριτος μέσα μας, μια ακτίνα φωτός, μια ακτίνα αυτής της άλλης καταστάσεως, της ουράνιας καταστάσεως. Το κάνει αυτό, ακριβώς για να λάβουμε μια γεύση, να έχουμε και μια προσωπική πείρα ότι κάπως αλλιώς είναι τα πράγματα· υπάρχει αυτό το κάτι άλλο που δεν το γνωρίζουμε, δεν το έχουμε υπ’ όψιν μας.
*****
Όταν αυτό το κάτι άλλο υπάρχει μέσα στην ψυχή μας, όλα τα βλέπουμε αλλιώς, όλα τα εκτιμούμε αλλιώς· ακόμη και αυτή καθ’ εαυτή την ημέρα κανείς τη βλέπει διαφορετικά. Για παράδειγμα, είτε έχει ομίχλη η ημέρα είτε έχει συννεφιά είτε είναι ήλιος, εφόσον μέσα στην ψυχή υπάρχει ο Κύριος, ο ήλιος της δικαιοσύνης, όλα είναι φωτεινά, όλα είναι ωραία και καλά· τα πάντα.
Αισθάνεται κανείς να αγαπά τους εχθρούς, να συγχωρεί όλους, αισθάνεται ότι αξίζει μόνο τον Θεό να ζητάει, μόνο τον Θεό να έχει μέσα του, και ότι όλα τα άλλα είναι ένα τίποτε. Φεύγει όμως αυτό το βίωμα. Φεύγει και πάλι βουλιάζει κανείς, πάλι πέφτει στη συνηθισμένη κατάσταση. Και αποδεικνύεται μωρός ο άνθρωπος, ανόητος, καθώς, ενώ έχει αυτή την κάποια πείρα, δεν τη θυμάται, δεν τη σκέπτεται, δεν επηρεάζεται από αυτήν.
Το αντίθετο έκανε ο Δαβίδ, ο οποίος λέει: «Ει δώσω ύπνον τοις οφθαλμοίς μου, και τοις βλεφάροις μου νυσταγμόν, και ανάπαυσιν τοις κροτάφοις μου, έως ου εύρω τόπον τω Κυρίω, σκήνωμα τω Θεώ Ιακώβ» (Ψαλμ. 131:4). Έτσι κάνουν οι άγιες ψυχές: συνεπαίρνονται από την αγάπη του Θεού, από την επίσκεψη του Θεού. Πάντως, λίγες ψυχές παθαίνουν μια μέθη, και σαν να τις κεντρίζει κάτι και δεν ησυχάζουν, με την καλή έννοια, έως ότου να ευδοκήσει ο Θεός να τις επισκεφθεί, και μάλιστα να τις επισκεφθεί κατά μόνιμο τρόπο· λίγες ψυχές. Οι άλλες, και που έχουν αυτές τις επισκέψεις του Θεού, όπως είπαμε, για να ξυπνήσει το φιλότιμό τους, ξεχνιούνται πάλι, και έτσι πάει η ζωή.
*****
Καταλαβαίνουμε τώρα καλύτερα τι είναι και τι έχει να μας πει ο άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος, που σήμερα τελούμε τη μνήμη του. Πόσο χρειάζεται να προσέξουμε αυτά τα οποία λέει, και πόσο, εάν διατεθούμε ανάλογα, μπορούν αυτά να μας αγγίξουν, διότι ο άγιος ζει μέσα στο φως του Θεού, ζει μέσα στη χάρη, μέσα σ’ αυτή την ουράνια κατάσταση. Το λέει, το ξαναλέει, και με τον έναν τρόπο και με τον άλλο, ότι είναι πλημμυρισμένος από το φως και τη χάρη του Θεού.
Ο ίδιος το αισθάνεται ότι αυτή η κατάσταση περνάει, ξεχύνεται από την ψυχή στο σώμα και αισθάνεται το όλο σώμα του να το διαπερνά και να το αγιάζει η χάρη του Θεού. Καθώς είναι μέσα στα μυστήρια του Θεού, κυρίως μέσα στο μυστήριο της θείας Ευχαριστίας, και μεταλαμβάνει του Σώματος και του Αίματος του Χριστού, αισθάνεται να μεταμορφώνεται η όλη ύπαρξή του, οπότε βλέπει τα χέρια του και λέει: «ιδού χειρ Κυρίου», βλέπει τα πόδια του και λέει: «ιδού πους Κυρίου». Το ίδιο λέει για όλο του το σώμα.
Κάνει εντύπωση ότι διαβάζουμε κάτι τέτοια στον άγιο Συμεών ή σε άλλους αγίους και τα προσπερνούμε, σαν να μη συμβαίνει τίποτε. Φωτιά θεϊκή βλέπει κανείς και στα λόγια των αγίων και στην όλη ύπαρξή τους, και όμως τα προσπερνούμε έτσι. Και είναι αποδεδειγμένο ότι, εάν δεν γίνει αυτή η επίσκεψη του Θεού και εάν δεν γλυκάνει η χάρη του Θεού την ψυχή, δεν καταλαβαίνει κανείς· δεν καταλαβαίνει.
Έτσι, και να τα βλέπει κανείς με τα μάτια του και να φτάνουν στα αυτιά του κάποιες αλήθειες, δεν καταλαβαίνει· μένει εκεί συνηθισμένος άνθρωπος, συνηθισμένος χριστιανός. Αρκείται σε κάποια ανώδυνα πράγματα: να κάνει κάποιες αρετές, κάποιες καλές πράξεις, κάποιες δουλειές. Είναι και γενικότερα η ζωή τέτοια, η όλη κοινωνία, που ευνοεί μια τέτοια στάση εκ μέρους των ανθρώπων.
*****
Πώς τα καταφέραμε να γίνει και η χριστιανική ζωή ένα κατεστημένο. Και προχωράει η ζωή, κυλάει, και δεν έχουμε καμιά σχέση με τη χάρη του Θεού, με το φως του Θεού. Ο άγιος είναι μεθυσμένος, συνεπαρμένος από τη χάρη του Θεού και δεν μπορεί να ζήσει ούτε λεπτό χωρίς αυτή την παρουσία του Θεού μέσα του. Κι εμείς, πώς συνηθίσαμε να είμαστε αυτό που είμαστε, χωρίς αυτό το φως, χωρίς αυτή την αίσθηση, χωρίς αυτή τη ζεστασιά και τη γλυκάδα της χάριτος.
Ο άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος τα είδε αυτά έτσι, τα μελέτησε, τα σκέφτηκε και, όπως λέει και το απολυτίκιο, αυτός ήταν ο καημός του και η διδαχή του: με όλους τους τρόπους προσπαθούσε να πείσει τον καθένα να ξαναβρεί, να ξαναπάρει τη χάρη αυτή που έχασε· τη χάρη που πήρε με το βάπτισμα, με το μυστήριο του χρίσματος, και την έχασε.
Από το βιβλίο: π. Συμεών Κραγιοπούλου, “Θέλεις να αγιάσεις;”, Οκτώβριος, Πανόραμα Θεσσαλονίκης, 2018, σελ. 153.
Ο Θεός, ο Κύριός μας, θα κάνει στον καθένα μας ό,τι χρειάζεται να κάνει. Ως Θεός γνωρίζει, εάν έχουμε διάθεση να γνωρίσουμε την αλήθεια.
Εάν λοιπόν μένεις στην άγνοια, δεν μένεις, επειδή τάχα δεν έκανε σ’ εσένα ο Κύριος την εμφάνισή του, όπως στον απόστολο Παύλο, για να σε στριμώξει κλ
π. Αν μένεις στην άγνοια, μένεις, όχι γιατί ήλθαν έτσι τα πράγματα ή κάποιος σε παραμέλησε, αλλά γιατί τελικά δεν έχεις διάθεση βαθύτερα να γνωρίσεις το θέλημα του Θεού. Μπορεί να έχεις ζήλο και να κάνεις διάφορα πράγματα, αλλά δεν έχουν καμιά αξία, γιατί δεν είναι κατ’ επίγνωσιν ο ζήλος σου.
Εμείς όλοι που είμαστε τώρα εδώ θα φύγουμε εντελώς-εντελώς αλλιώτικοι – σαν μια πρώτη αρχή βέβαια και θα έχει συνέχεια το πράγμα – εάν αυτή την ώρα σταθούμε ειλικρινά και τίμια ενώπιον του Θεού. Διότι ευτυχώς τα μυαλά μας τα έχουμε, και μπορούμε να καταλάβουμε αυτά τα πράγματα, μπορούμε να πιστέψουμε και μπορούμε επίσης να υποχρεώσουμε τον εαυτό μας να πάρει τη σωστή στάση, να τοποθετηθεί σωστά και να επιθυμήσει σωστά. Ο Θεός το περιμένει αυτό και αμέσως θα έλθει να βοηθήσει, εάν έχεις την τόλμη να πεις μυστικά από μέσα σου:
«Κύριέ μου, Κύριέ μου, τόσα χρόνια κάνω τον χριστιανό, αλλά απ’ ό,τι βλέπω, ήμουν χριστιανός τόσο όσο δεν με ανάγκαζαν τα πράγματα να βγω από τη βόλεψή μου, να βγω από το θέλημά μου, να βγω από την όποια ζωή ζούσα ως κοσμικός άνθρωπος. Χριστέ μου, βλέπω καθαρά ότι ποτέ δεν ήμουν ενώπιόν σου όπως εσύ ήθελες, ποτέ δεν σε πλησίασα όπως εσύ ήθελες, ποτέ δεν είχα αληθινή κοινωνία μαζί σου, ποτέ δεν σε εμπιστεύθηκα, ποτέ δεν σου έδωσα τον εαυτό μου. Βαθιά μέσα μου ποτέ δεν θέλησα να κάνεις στην ψυχή μου αυτό που θέλεις ως Θεός να κάνεις, ποτέ δεν θέλησα να σε αφήσω ελεύθερο να το κάνεις. Ποτέ!
» Όμως αυτή την ώρα προσφέρομαι, Κύριέ μου, και εμπιστεύομαι σ’ εσένα τον εαυτό μου και σου παραδίνω την καρδιά μου, σύμφωνα μ’ εκείνο που λες: “Δος μοι, υιε, σην καρδίαν” (Παροιμ. 23:26). Ό,τι κι αν μου στοιχίσει, μόνο να με κάνεις, Θεέ μου, όπως με θέλεις.
Να μου δώσεις και τη γνώση, να μου δώσεις και την αγάπη σου, να μου δώσεις και τη χαρά σου, να μου δώσεις και τον φωτισμό σου και να με κάνεις άνθρωπό σου. Και εγώ να κάνω το θέλημά σου και να μην είμαι άνθρωπος που έχω ζήλο, “αλλ’ ου κατ’ επίγνωσιν”, αλλά να υπακούω σ’ εσένα και να ακολουθώ εσένα, ό,τι κι αν μου στοιχίσει».
Αν στο βάθος πράγματι θέλεις να γνωρίσεις την αλήθεια, θα βρει τρόπο να σου τη γνωρίσει ο Θεός. Εάν περνάει ο καιρός, και δεν τη γνωρίζεις, να ανησυχήσεις. Δεν πήρες ακόμη σωστή στάση απέναντι στον Θεό, δεν είσαι διατεθειμένος και με κίνδυνο της ζωής σου να παραδοθείς στον Χριστό, για να σου φανερώσει την αλήθεια, και να σωθεί η ψυχή σου.
Από κει και πέρα μπορεί να κάνεις διάφορα πράγματα, και άλλοτε να είναι τυπικά, άλλοτε να είναι φτωχά, άλλοτε μπορεί να φαίνεται ότι έχεις ζήλο, «αλλ’ ου κατ’ επίγνωσιν», και έτσι να κινδυνεύει η σωτηρία της ψυχής σου.
Ελπίζουμε μ’ εμάς να μη συμβούν έτσι τα πράγματα, αλλά όλοι να σωθούμε. Για, σκεφθείτε να τελειώσει ο κόσμος αυτός – ή έτσι ή αλλιώς θα τελειώσει κάποτε – και να βρεθούμε όλοι μαζί στον ουρανό!
Από το βιβλίο: π. Συμεών Κραγιοπούλου, «Το μυστήριο της σωτηρίας», Β’ έκδ., Πανόραμα Θεσσαλονίκης, 2000, σελ. 34, 39 (αποσπάσματα).
Πηγή: Βήμα Ορθοδοξίας
Η μεγαλύτερη μορφή του μακεδονικού αγώνα ο Παύλος Μελάς καταγόταν από τη μεγάλη και ιστορική οικογένεια των Μελάδων της Ηπείρου. Γεννήθηκε στις 29 Μαρτίου του 1870 στη Μασσαλία, όπου ο πατέρας του Μιχαήλ Μελάς (1833-1897) δραστηριοποιούταν ως έμπορος.
Το 1886 εισήλθε στη Σχολή Ευελπίδων και εξήλθε ως ανθυπολοχαγός του Πυροβολικού στις 8 Αυγούστου του 1891. Τον επόμενο χρόνο νυμφεύτηκε τη Ναταλία Δραγούμη (1872-1973), κόρη του τραπεζίτη και πολιτικού Στέφανου Δραγούμη, με την οποία απέκτησε δύο παιδιά, τον στρατιωτικό Μιχαήλ Μελά (1894-1950) και τη χημικό Ζωή Μελά – Ιωαννίδη (1898-1996).
Τον Φεβρουάριο του 1904 πέρασε τα σύνορα και εγκαταστάθηκε στην Κοζάνη με το ψευδώνυμο Μίκης Ζέζας. Επέστρεψε στην Αθήνα και αργότερα συνοδευόμενος από αρκετούς Μακεδόνες, Λάκωνες και Κρήτες, ξαναπέρασε τα σύνορα κσι στρατοπέδευσε στην περιοχή της Καστοριάς. Παρουσιάστηκε ως ζωέμπορος για να μπορεί να μετακινείται συνέχεια. Έτσι κατάφερε και οργάνωσε το αντάρτικο των Ελλήνων στην τουρκοκρατούμενη μακεδονική γη από την Καστοριά έως το Μοναστήρι. Απέκρουσε με τις ισχνές δυνάμεις που συγκρότησε τα βουλγάρικα σχέδια στην περιοχή και ίδρυσε το Μακεδονικό Κομιτάτο. Όλα αυτά από τον Φεβρουάριο του 1904 έως τις 13 Οκτωβρίου του ίδιου χρόνου.
Στις 13 Οκτωβρίου του 1904 εισήλθε στο χωριό Στάτιστα για να αναπαυτεί αυτός και οι άνδρες του. Όμως, ο Βούλγαρος αρχικομιτατζής Μήτρος Βλάχος, προκειμένου να τον βγάλει από τη μέση, ειδοποίησε τις οθωμανικές αρχές. Επί τόπου κατέφθασε ισχυρό στρατιωτικό απόσπασμα, αποτελούμενο από 150 άνδρες και στη συμπλοκή που ακολούθησε, ο Παύλος Μελάς τραυματίστηκε σοβαρά στην οσφυϊκή χώρα και μετά από μισή ώρα άφησε την τελευταία του πνοή.
Το κεφάλι του αποκόπηκε από τους συμπολεμιστές του και τάφηκε στο ναό της αγίας Παρασκευής στο Πισοδέρι. Το σώμα του παραδόθηκε από τις οθωμανικές αρχές στον μητροπολίτη Καστοριάς Γερμανό (Καραβαγγέλη) και τάφηκε στον βυζαντινό ναό των Ταξιαρχών στην Καστοριά, όπου αναπαύεται και η κάρα του από το 1950. Στον ίδιο ναό έχει ταφεί και η σύζυγός του Ναταλία, κατ’ επιθυμίαν της.
Ο θάνατος του Παύλου Μελά έγινε γνωστός στην Αθήνα στις 18 Οκτωβρίου και συγκλόνισε την κοινή γνώμη, λόγω του ακέραιου και αγνού χαρακτήρα του ανδρός, αλλά και του γνωστού ονόματος της οικογένειάς του, που είχε μεγάλους δεσμούς με τη Μακεδονία και την κοινωνία των Αθηνών. Η θυσία του σηματοδότησε την ουσιαστική έναρξη του Μακεδονικού Αγώνα, που κορυφώθηκε με τους Βαλκανικούς Πολέμους του 1912-1913.
Τη θυσία του Παύλου Μελά ύμνησε ο Κωστής Παλαμάς («Παύλος Μελάς»):
Σε κλαίει ο λαός. Πάντα χλωρό να σειέται το χορτάρι
Στον τόπο, που σε πλάγιασε το βόλι, ω παλληκάρι.
Πανάλαφρος ο ύπνος σου του Απρίλη τα πουλιά
Σαν του σπιτιού σου να τ’ ακούς λογάκια και φιλιά,
Και να σου φτάνουν του χειμώνα οι καταρράχτες,
Σαν τουφεκιού αστραπόβροντα και σαν πολέμου κράχτες
Πλατειά του ονείρου μας η γη και απόμακρη. Και γέρνεις
Εκεί και σβεις γοργά.
Ιερή στιγμή. Σαν πιο πλατειά τη δείχνεις, και τη
φέρνεις Σαν πιο κοντά.
Πολλές φορές στη λατρεία της Εκκλησίας μας ακούμε την ευχετική αυτή εκφώνηση από το λειτουργό ιερέα. Εύχεται σε όλους και στον καθένα να έχουν θέση στη μνήμη του Θεού: «Πάντων υμών μνησθείη Κύριος ο Θεός…».
Οπωσδήποτε η ευχή αυτή της Εκκλησίας μας είναι η πιο συγκινητική, άλλα και η πιο τιμητική για όλους μας. Διότι, εάν καταφέρει κανείς να είναι «πάντοτε» στην αδιάλειπτη μνήμη του Θεού, τι άλλο μεγαλύτερο θέλει;Τι είναι όμως μνήμη;
Μνήμη, κατά τη ψυχολογία και τη φιλοσοφία, είναι η ικανότητα να ανασταίνει κανείς το παρελθόν και να διατηρεί μέσα του τη γνώση γιαυτό.
Χάρις στη μνήμη και την ανάμνηση ξανάρχονται στο προσκήνιο της συνειδήσεως μας, είτε πρόσωπα, είτε γεγονότα και καταστάσεις και είναι σαν να τα ξαναζούμε. Έτσι, η μνήμη γίνεται μια ζωοποιός δύναμη, που μας βοηθεί να υπερνικούμε το βίωμα της αποσυνθέσεως και του θανάτου.
Η μνήμη του ανθρώπου, κατά την πατερική διδασκαλία, προ της πτώσεως ήταν απλή και ενιαία… Με την πτώση η μνήμη έγινε από απλή σύνθετη και από ενιαία πολυσχιδής. Τη μεταπτωτική άρρωστη αυτή μνήμη την θεραπεύει η έμμονη μνήμη του Θεού που παγιώνεται με την προσευχή (Αγ. Γρηγόριος Σιναΐτης).
Οι Πατέρες της Εκκλησίας μας επιμένουν πολύ στην αναγκαιότητα της μνήμης του Θεού από τον άνθρωπο και στην πολλαπλή της ωφέλεια στη ψυχή του.Ο Άγ. Γρηγόριος ο Θεολόγος θα συστήσει: «Μνημονευτέον Θεού μάλλον ή αναπνευστέον».
Με κάθε λαμπρότητα πανηγύρισε σήμερα, Κυριακή 26 Νοεμβρίου 2023, ο ενοριακός Ιερός Ναός Αγίου Στυλιανού στο Γκύζη Αττικής.
Τον Όρθρο και την Πανηγυρική Θεία Λειτουργία τέλεσε ο Θεοφιλ. Επίσκοπος Ευρίπου κ. Χρυσόστομος, συμπαραστατούμενος από τους Εφημερίους του Ιερού Ναού π. Χρήστο Παναγιωτόπουλο - Προϊστάμενο του Ιερού Ναού, π. Παύλος Νεβσεχιρλίογλου, π. Αντώνιο Μπεζαΐτη και τον Ιεροδιάκονο π. Αστέριο Αποστόλου.
Στο κήρυγμα του ο Επίσκοπου Ευρίπου κ. Ο Χρυσόστομος απευθυνόμενος στην εκκλησία αναφέρθηκε στον Θεό και το παράδειγμα που έδωσε «ο Θεός της αγάπης, της πρακτικής και της ταπείνωσης», καλώντας τους να ακολουθήσουν για να οδηγηθούν στην ευημερία. Ύστερα, μίλησε για την αφιέρωση του ασκητή Αγίου Στυλιανού στον Θεό και την αγάπη που έκλεισε τη ζωή του χάρη στην πίστη του. «Ο Άγιος Στυλιανός ζει και συμβασιλεύει με τον Δεσπότη Χριστό» και τον τιμούμε ως «αεί ζώντα και αεί λάμποντα», ανέφερε χαρακτηριστικά. «Ο Άγιος Στυλιανός ως πύλη φωτός να μας ανοίγει τον δρόμο της χάριτος, της ελπίδας και της αγάπης», τόνισε χαρακτηριστικά. Συνάμα, μετέφερε και τις ευχές του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερωνύμου.
Στο τέλος της Αρχιερατικής Θείας Λειτουργίας ο Θεοφιλ. τέλεσε την εις Πρωτοπρεσβύτερο Χειροθεσία της Εφημερίου του Ιερού Ναού π. Αντωνίου Μπεζαΐτη.
Ο Θεοφιλέστατος εξήγησε την ευλάβεια και την αφοσίωση του π. Αντωνίου επαινώντας το θυσιαστικό του έργο στην Ενορία του Αγίου Στυλιανού Γκύζη για δεκαεφτά συναπτά έτη στον συγκεκριμένο Ιερό Ναό.
Ο Σταυρός τόνισε επίσης ο Θεοφιλέστατος, που θα φέρει από σήμερα, θα υπενθυμίζει ότι είναι το πρότυπο της ζωής μας, το σύμβολο της αγάπης και της θυσίας.
YouTubeR Error: https://www.googleapis.com/youtube/v3/playlistItems?part=snippet%2Cstatus&maxResults=50&playlistId=PLxQnAJO94qa3rrUSSbLC-KM2GHIwvyOyW&key=AIzaSyDdZqcJQO7ca1hoRkw-SSBzn_jb3bDt7PM
YouTube server responce error: 403
π. Αντώνιος Μπεζαΐτης, εφημέριος Ιερού Ναού Αγίου Στυλιανού Γκύζη
Διεύθυνση: Παπαστράτου 12, Αθήνα 114 76, Ελλάδα
Τηλέφωνα: (+30) 210 6464274, 6977387010
Ηλεκτρονικό Ταχυδρομείο: info@pantonios.gr