Loading...

Στο πλαίσιο του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, την άνοιξη του 1941, η Ελλάδα βρισκόταν σε πόλεμο ήδη με την Ιταλία από τις 28 Οκτωβρίου 1940. Ο ελληνικός στρατός έγραφε το δικό του έπος στο αλβανικό μέτωπο, με τους Ιταλούς να υφίστανται διαδοχικές ήττες και να υποχωρούν. Τον Μάρτιο του 1941 η γραμμή του μετώπου είχε φτάσει 60 χιλιόμετρα βαθιά μες στο αλβανικό μέτωπο. Τότε είναι που οι Ιταλοί πραγματοποίησαν την «Εαρινή Αντεπίθεση», παρουσία του ίδιου του Μουσολίνι, χωρίς όμως κανένα αποτέλεσμα. Ήταν η πρώτη μεγάλη ήττα των δυνάμεων του άξονα και η διεθνής κοινότητα παρατηρούσε έκπληκτη.

Η ναζιστική Γερμανία παρακολουθούσε με δυσαρέσκεια τις εξελίξεις. Ο «περίπατος» των Ιταλών προς στην Ακρόπολη είχε μετατραπεί σε εφιάλτη και η εξέλιξη αυτή έθετε σε κίνδυνο τα σχέδια του Άξονα. Το βαλκανικό μέτωπο έπρεπε να κλείσει σύντομα, ώστε να καταστεί αδύνατη η παρουσία συμμαχικού στρατού στη νότια βαλκανική χερσόνησο και να σταματήσει η αγγλική κυριαρχία στην ανατολική λεκάνη της Μεσογείου. Επιπλέον, η Γερμανία έπρεπε να κλείσει κάθε άλλη πολεμική εκκρεμότητα το συντομότερο δυνατόν, καθώς προετοιμαζόταν για την εξόρμηση στην Ανατολική Ευρώπη και την εισβολή στην ΕΣΣΔ.

Ήδη,  από τον Δεκέμβριο του 1940,  ο Αδόλφος Χίτλερ και το επιτελείο του, κατέστρωσαν την «Επιχείρηση Μαρίτα», το σχέδιο μιας βαλκανικής εκστρατείας. Σε περίπτωση που οι Ιταλοί δεν κατάφερναν σε σύντομο χρονικό διάστημα να καταλάβουν την Ελλάδα, η «Μαρίτα» θα ετίθετο σε εφαρμογή.

Στις 6 Απριλίου 1941, η Γερμανία κήρυξε τον πόλεμο κατά της Ελλάδας και Γιουγκοσλαβίας ταυτόχρονα. Η Ελλάδα είπε το δεύτερο «ΟΧΙ», αυτή τη φορά απέναντι στον Γερμανό εισβολέα. Το γερμανικό σχέδιο προέβλεπε εισβολή των γερμανικών στρατιών στην ελληνική μεθόριο μέσω Γιουγκοσλαβίας, αλλά και μέσω της Βουλγαρίας που ήταν μέλος του Άξονα. Στα ελληνοβουλγαρικά σύνορα οι Γερμανοί θα έρχονταν αντιμέτωποι με τα οχυρά της «Γραμμής Μεταξά». Η «Γραμμή Μεταξά» έλαβε το όνομά της από τον σχεδιαστή και δημιουργό της, τον πρώην πρωθυπουργό και υπουργό εθνικής Άμυνας της Ελλάδας, Ιωάννη Μεταξά. Κατασκευάστηκε προπολεμικά (από το 1936 έως το 1940) με σκοπό την άμυνα της Ελλάδας σε περίπτωση εισβολής κατά τον επικείμενο Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Η μάχη των Οχυρών ήταν η σθεναρή αντίσταση του ελληνικού στρατού έναντι του Γερμανού εισβολέα και διήρκησε από τις 6 έως τις 9 Απριλίου 1941. Στη μάχη αυτή είναι που διακρίθηκε ο Λοχίας Ίτσιος γράφοντας τη δική του επική ιστορία προκαλώντας βαριές απώλειες στις γερμανικές δυνάμεις.

Ο Δημήτριος Ίτσιος γεννήθηκε στα Άνω Πορρόια Σερρών, στις 5 Απριλίου 1906. Με την έκρηξη του πολέμου, κατατάχθηκε στον ελληνικό στρατό σαν έφεδρος υπαξιωματικός. Στις 6 Απριλίου 1941, ημέρα της εισβολής, ο Λοχίας Ίτσιος διοικούσε διμοιρία πολυβόλων που αποτελούνταν από τα πολυβολεία Π7 και Π8. Τα Π7 και Π8 ήταν μέρος της γραμμής των εννέα μεμονωμένων σκυρόδετων πολυβολείων, από το Ρουπέσκο (Ποποτλίβιτσα) μέχρι τη θέση «Τριεθνές» (Ελλάδας, Γιογκοσλαβίας και Βουλγαρίας) στο Μπέλες, πάνω από την Καστανούσα. Οι ελληνικές δυνάμεις αντιστέκονταν σθεναρά, αλλά βαθμιαία υποχωρούσαν. Ο Ίτσιος είχε διαταχθεί να καλύψει με το πολυβολείο Π8 την υποχώρηση ελληνικών τμημάτων και όταν οι συνθήκες το επέτρεπαν να αποχωρήσει και ο ίδιος με τους άντρες του. Μαζί με τον Ίτσιο στο Π8 βρίσκονταν άλλοι πέντε στρατιώτες. Υπερασπίζονταν το ελληνικό έδαφος στην περιοχή Ομορφοπλαγιά του όρους Μπέλλες (ή Κερκίνη), κοντά στα Άνω Πορρόια Σερρών.

Ο Λοχίας Ίτσιος παρά τη διαταγή που είχε να καλύπτει τα ελληνικά τμήματα που υποχωρούσαν σταδιακά, επιθυμούσε να παλέψει μέχρις εσχάτων, έστω και μοναχός του. Για τον λόγο αυτό διέταξε τους άνδρες του να φύγουν, όσο ήταν καιρός. Δύο από τους πέντε άνδρες -  που ήταν και συντοπίτες του από το διπλανό χωριό -  έμειναν κοντά του. Στο μεταξύ, οι Γερμανοί διέσπασαν την ελληνική άμυνα και προετοίμαζαν την προέλαση τους. Το πολυβολείο Π8 όμως άντεχε. Ο Ίτσιος και οι άντρες του θα σταματούσαν μόνο αν οι ίδιοι οι εισβολείς έρχονταν να τους πάρουν τον οπλισμό τους. Καταναλώνοντας όλα τα πυρομαχικά που είχαν στη διάθεσή τους επέφεραν τεράστιες απώλειες στον εχθρό μεταξύ των οποίων και ο Γερμανός αντισυνταγματάρχης Έμπερχαρντ Έμπελιγκ. Το αναπόφευκτο της έλλειψης πυρομαχικών, όμως, τελικά τους νίκησε.

Οι εισβολείς με προφυλάξεις πλησίασαν στο Π8 και αντιλήφθηκαν προς  τεράστια έκπληξη τους ότι πίσω από το πολυβολείο δεν κρυβόταν κάποια μεγάλη δύναμη, αλλά μόλις τρεις άνδρες. Σύμφωνα με τα αρχεία της Διεύθυνσης Ιστορίας Στρατού (πολεμικές εκθέσεις) ο Λοχίας Ίτσιος εκτελέστηκε από Γερμανό Αξιωματικό, ενώ βρισκόταν σε καθεστώς αιχμαλωσίας.  Ωστόσο, σε διάφορα βιβλία έχουν καταγραφεί (ήδη από το 1944) παραλλαγές της σκηνής του Θανάτου, ενώ φέρεται να έχει υπάρξει διάλογος μεταξύ του Ίτσιου και του Γερμανού στρατηγού Σόρνερ, σύμφωνα με τον οποίο καταδεικνύεται η αναγνώριση των κατακτητών προς το πρόσωπο του Έλληνα ήρωα λίγο πριν την εκτέλεση του.

Όποια και να είναι η παραλλαγή του θανάτου του, πάνω από όλα ο Δημήτριος Ίτσιος θα μείνει για πάντα ζωντανός στη μνήμη των Ελλήνων και κάθε ελεύθερου ανθρώπου για το θάρρος και την αυταπάρνηση που επέδειξε απέναντι στην ορμητικότητα του Γερμανού εισβολέα.

Πηγή: http://army.gr/el/i-mahi-ohyron-0123234534536465

 

© Copyright 2023 π. Αντώνιος Μπεζαΐτης, εφημέριος Ιερού Ναού Αγίου Στυλιανού Γκύζη Back To Top